Wednesday, July 18, 2007

Μαμά, νονά, νονό, Λυζία, Ντήνο...

"Ουφ! Νά 'μαι πάλι! Κεφάτη κεφάτη, γελαστή και ευχαριστημένη από το πρώτο μου ταξίδι με ένα τόσο μεγάλο "κα΄άβι" με το νονό και τη νονά και φυσικά το απαραίτητο αξεσουάρ μου, τη μαμά μου...Το πρωί της Παρασκευής ξύπνησα άρον άρον και ετοιμάστηκα γρήγορα σαν καλό παιδί, έβαλα και πρώτη τα παπούτσια μου και περίμενα υπομονετικά το αμάξι του νονού να έρθει.
(Η διαδρομή ήταν πολλά υποσχόμενη, πάντοτε χαίρομαι, όταν μπαίνουμε στην Αττική Οδό και τραγουδούσα συνεχώς μελωδίες με τη λέξη "μπάνιο".)[...]
Το κα'άβι είναι τεράστιο! Έχει πολλά καθίσματα και πολύ κόσμο, ό,τι πρέπει για κοινωνικές επαφές. Η μαμά είναι λιγάκι αγχωμένη, δεν καταλαβαίνω γιατί ανησυχεί που πηγαίνω μούρη μούρη σε ό,τι πιτσιρίκι βρω, έχει μαζί της και αυτό το σπρέυ που μου ψέκαζε το hickman όποτε με ηπαρίνιζε, και παρόλο που βλέπω ότι με καμαρώνει, όλο για κάτι ιώσεις λέει...Κοιτάω τη βαλίτσα μας και τη μεγάλη πορτοκαλί της τσάντα, αυτή που ο μπαμπάς απειλεί ότι θα της πετάξει, επειδή λέει έχει βαρεθεί να τη βλέπει να τη φορτώνεται, άσε λέει, που όσο κι αν την πλένει, όλο σα λεκιασμένη φαίνεται. Όταν βοηθούσα τη μαμά να τις φτιάξει, ξαναπηγαίνοντας όόόόλα τα πράγματα στη θέση τους, (αχ αυτοί οι μεγάλοι, ακόμη να μάθουν πού μπαίνουν όλα αυτά), είδα ότι είχε ένα σωρό δικά μου ρούχα, μου αρέσει να αλλάζω πέντε έξι φορές ρούχα την ημέρα και φυσικά και τις 3 πιο πιθανές προς χρήση αντιβιώσεις μου, τις δύο διαφορετικές Augmentin και μια Zinadol, ένα σωρό σύριγγες και γάζες, Betadine και απολυμαντικά και κάποιες πάνες, επειδή όταν κοιμάμαι, ακόμη, πού και πού ξεχνιέμαι... Και βεβαίως πήρε και το αγαπημένο μου βιβλίο με πρωταγωνιστές τον Charlie και την Lola, το "Ποτέ μα ποτέ δεν πρόκειται να φάω ντομάτα!"
[...]
Φτάνουμε στην Άνδρο και η μαμά με ρωτά συνεχώς μήπως νυστάζω. Εγώ για να μην της χαλάσω χατήρι της απαντώ με το σκερτσόζικό μου "νιαι" και την αφήνω να με πάρει αγκαλιά. Φυσικά το μάτι γαρίδα, κι ας τη βάζω να με πηγαίνει πέρα-δώθε σιγοτραγουδώντας μου... Πέρα-δώθε πάει και το κα΄άβι, αλλά η μαμά τσακάλι, εκτός από κάτι οκτάρια, καλά πάει. [Κάτι παππούδες πιο κει έχουν καταλάβει τη δουλειά και γελάνε]. Φυσικά μόλις κάνει το δικό της εγώ κατεβαίνω και τρέχω γύρω γύρω, τώρα έχω βρει μια συνομήλικη φιλενάδα, την Έλλη, που πάει Μύκονο, έχει ένα σκυλάκι λούτρινο, τον Μπόμπο, αλλά εκείνη έχει ξετρελλαθεί με το δικό μου λούτρινο χάσκι, που μοιάζει περισσότερο με λύκο.( Ο λύκος-χάσκι μου δεν έχει ακόμη όνομα, και δεν έχω πάρει μαζί μου τον Κακάο, τον αγαπημένο μου αρκούδο...) Τώρα το χάσκι μου το έχει ένας πιτσιρίκος σε ένα ρηλάξ, και εγώ έχω αφήσει την Έλλη, που σε λίγο θα κατέβει στον παιδότοπο και κάθομαι δίπλα στον Αντόνιο, κανά χρόνο μεγαλύτερο τον κόβω. Τρώμε μαζί από τα πατατάκια του και περνάω φίνα. Ελπίζω η μαμά να μη φοβάται που την άφησα μόνη με τους νονούς πιο πίσω...
Κοντεύουμε "Ντήνο" και έχω γνωρίσει σχεδόν όλες τις παρέες, είμαι ευγενική, κάθομαι σε όποιο κάθισμα είναι ελεύθερο και όποτε τους βαρεθώ τους λέω "γειάάά" και φεύγω.[...]
Ένα πράγμα που παλιά η μαμά έτρεμε πολύ ήταν ο αέρας. Και όταν είχε δυνατό άνεμο, κλειδαμπαρωνόμασταν στο σπίτι ή -αν έπρεπε να πάμε στην κλινική- φορούσαμε μάσκα και κάναμε τον Ζορρό. τώρα βλέπω ότι τον συνήθισε και με αφήνει πιο ελεύθερη, όμως είμαι μόλις ένα λεπτό στο λιμάνι και δεν ξέρω αν θα ξαναανοίξω τα μάτια μου. Δε φυσάει. Λυσσομανάει!!!
[...]
Η μαμά και οι νονοί είναι λιγάκι εκνευρισμένοι. Στο ξενοδοχείο έχουν κλείσει μονάχα ένα δωμάτιο... Τώρα μας δώσανε λέει, άλλο ένα χατηρικά... Βιαζόμαστε να ανέβουμε, δεν έχω κοιμηθεί και πεινάω, η μαμά πρέπει να βάλει τα γαλατάκια μου στο ψυγείο και να πάμε για φαγητό. Ούτε ψυγείο έχουνε, μου φαίνεται ότι στο site κοιτούσανε άλλο ξενοδοχείο, απλή συνωνυμία με αυτό.
[...]
Δεν ξέρω γιατί συγχίστηκε η μαμά. Όλα τα ζωάκια καλά είναι... και οι αγελάδες, και τα προβατάκια και τα... βόδια! Ίσως της έκανε εντύπωση γιατί εκτός από σκύλους, γάτες, γαϊδουράκια και γλάρους δεν βρήκαμε πουθενά κανένα βόδι, πόσο μάλλον μέσα στο ξενοδοχείο. Μάλλον θα είχαν και θα το χάσανε... και ξεχάσανε να βγάλουν το χαρτάκι...[...]
Πήγαμε και στη εκκλησία να βρούμε τον παππούλη που μοιράζει "μελέκες" [καραμέλες], αλλά αργήσαμε λιγάκι και είναι κλειστή... Ο περίβολος είναι ό,τι πρέπει για τρέξιμο, τα σκαλιά είναι απίθανα και τα δυο λιονταράκια εκεί στην αρχή της σκάλας που μοιάζουν με πεκινουά μπορείς να τα χαϊδεύεις όσο θέλεις, ούτε φεύγουν, ούτε... γαυγίζουν...
Πρέπει να δω τώρα πού θα βρω μελέκες...[...]
Κάθομαι στο καρότσι μου, στην πλάτη κολλημένο το cherotto, για τα πούπια, ή κούνουπερς, αν προτιμάτε, στα χεράκια και τα ποδαράκια απλωμένη η Crillen. Μου λέτε πώς κατάφερε να μου τσιμπήσει τον αγκώνα;;;;Η νονά και ο νονός πήγαν για παγωτό κι εγώ κάθομαι με τη μαμά σε ένα σουβλατζίδικο γιατί θέλω να φάω "μπαμπ". Το ξέρω ότι θέλει να αρχίσω να τρέχω γύρω γύρω και εκείνη να με κυνηγάει για να μη με χάσει, αλήθεια, αν και βράδυ, κανείς δε φαίνεται να θέλει να κάνει "νάνιο", αλλά είμαι πτώμα και της κάνω έκπληξη: κάθομαι πιο φρόνιμη κι από φρόνιμη και καταβροχθίζω το φαγητό μου. Με κοιτάει περίεργα ή μου φαίνεται; Κάνουμε "γεια μας" και τρώμε, και εκείνη! [συνήθως τρώει κάτι γρήγορες μπουκιές αλλά σήμερα αργεί...]
[...]Γυρίσαμε στο ξενοδοχείο με τα πόδια, κοροϊδέψαμε όλες τις βάρκες, η μαμά μου διάβαζε τα ονόματα κι εγώ γελούσα. Όμως ακόμη δεν έχουμε πάει για μπάνιο και ανησυχώ... Τόσο νερό γύρω γύρω και εγώ στεγνή... Είναι όμως χαρούμενη και μου τραγουδάει, γελάμε και περνάμε καλά και έτσι δε θα τη μαλώσω, όχι τώρα τουλάχιστον.
[...]
Προς στιγμή η μαμά μπερδεύτηκε. Μόνες μας σε ένα δωμάτιο με κρεββάτι, ντουλάπα και μπάνιο είμασταν μονάχα στην κλινική, όταν δεν είχαμε συγκάτοικο. Τη βλέπω που έχει σκοτεινιάσει για λίγο, σα να έχει σαστίσει, κοιτά την πόρτα λες και περιμένει την Ευστρατία, τη Βάσω ή την Ειρήνη να έρθουν να μας φέρουνε την pump. Μετά με κοιτά και με παίρνει αγκαλιά και έτσι, ανεμοφυσημένες και χορτάτες κοιταζόμαστε στον μεγάλο καθρέφτη. "Λυδία μου", μου λέει και ξέρω ότι πλέον είναι οριστικά εδώ μαζί μου στην Ντήνο, που είναι λέει νησί, αλλά δεν μπορώ να το καταλάβω, στο οποίο ήρθαμε με το κα΄άβι που είχε θέσεις σα μεγάλο πούλμαν και που είμαστε εδώ σε ένα άλλο κρεββάτι, όχι το δικό μας. Έχουμε κοιμηθεί σε τόσα ξένα κρεββάτια με τη μαμά...
[...]Πλυμένη και νυσταγμένη κουρνιάζω στον ώμο της. Θα μου τραγουδήσει τραγούδια της Λιλιπούπολης, τα "δυο βοτσαλωτά ματάκια με μπλε βλεφαρίδες" και δύο τραγούδια των Rammstein[!!! τα ohne dich, και bestrafe mich είναι ιδανικά για ελαφρύ ύπνο!!!!] και κάπου στο μεταξύ θα κοιμηθώ. Το βράδυ ξέρω ότι δεν θα ξυπνήσω. Όταν δε φεύγει από κοντά μου, δεν ξυπνάω παρά μονάχα για να πιω νερό "κέκο" (φρέσκο, δροσερό) ή για να την πάρω σφιχτή αγκαλιά και να της πω ότι την αγαπάω.
Κάπου πρέπει να έχει μείνει ο μπαμπάς, η Λένια κι ο Γιωργής... Να μην ξεχάσω αύριο να τους ψάξω...Καληνύχτα!"

Υ.Γ. Αυτήν τη φορά την καταγραφή ανέλαβε η ... μαμά. Ευχαριστώ τον Ναυτίλο μου για τη φιλοξενία...

14 comments:

Ο ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑΣ said...

Αγαπητή Λυδία, μαμά και μπαμπά της,
Παρακολουθώ το blog σου εδώ και καιρό και δεν σου κρύβω ότι σας σκέφτομαι συνέχεια. Σου εύχομαι να περάσεις αξέχαστες διακοπές, να κάνεις πολλά μπάνια, να κάνεις πολλούς νέους φίλους και φυσικά να τρέχεις τον μπαμπά και την μαμά σου! Πολλά φιλιά και καλό καλοκαίρι! Θα σε περιμένω τον Σεπτέμβριο να μου πεις με κάθε λεπτομέρεια τις όμορφες περιπέτειές σου στο νησί!

Anonymous said...

Γεια σου Λυδία!

Είχαμε πάει κι εμείς Τήνο. Όχι αυτό το καλοκαίρι. Άλλο.
Ήταν η μαμά, η θεία (αδελφή της μαμάς) κι εγώ. Γυναικοπαρέα… Στο πλοίο είχαμε κλείσει καμπίνα γιατί η θεία δεν τα μπορούσε τα καράβια, την έπιανε ναυτία.
Τσαντίστηκα λιγουλάκι γιατί εμένα μ’ αρέσανε τα πλοία κι ήμουν κλεισμένη σε μια καμπίνα. Έτσι δεν γνώρισα καμμία καινούργια παρέα. Ευτυχώς που είχε ένα μικρό στρογγυλό παράθυρο και μπορούσα να βλέπω τα κύματα.
Όταν φτάσαμε, η χοντρή κυρία στο δωμάτιο που είχε κλείσει η θεία έκανε φασαρία. Η θεία επέμενε πως της είχε πει για ένα κρεββάτι παραπάνω η μαμά έλεγε δεν πειράζει πάμε αλλού και το κρεββάτι -δεν ξέρω πώς- βρέθηκε.

Μετά πήγαμε στη εκκλησία κι εκεί θύμωσα με τη μαμά μου γιατί τους χάρισε το σταυρό μου χωρίς να με ρωτήσει. Έτσι μου χάρισε εκείνη τον δικό της και μου πέρασε και μπορούσαμε να πάμε να φάμε. Στην ταβέρνα, κοντά στην θάλασσα, συναντήσαμε τον φίλο μου τον Βαγγέλη απ’ το νοσοκομείο. “Κι εσείς εδώ;” φώναξε η μαμά του και μετά αγκαλιάστηκαν οι μαμάδες κι ήταν χαρούμενες. Πήγαμε και σ’ ένα άλλο μέρος, δεν θυμάμαι πώς το λέγαν, αλλά πήραμε λεωφορείο για να φτάσουμε. Πάντως μπάνιο δεν κάναμε.
Στον γυρισμό πήγε μόνο η θεία σε καμπίνα, όμως εγώ εκεί που γύριζα στο πλοίο έχασα τη ζώνη απ’ το φόρεμά μου κι αυτό δεν άρεσε και τόσο στη μαμά κι ας είπε “Δεν πειράζει, θα βρούμε άλλη”.

Φιλιά πολλά στη Λένια και το Γιώργο
x.

Anonymous said...

Λυδιάκι γεννημένη για περιπέτειες είσαι! Σε ότι καινούργιο μια χαρά τα πας.
Μακάρι η μαμά να το κατάλαβε και να μην ανυσυχεί τόσο πιά.
Η πρόβα διακοπών πήγε καλά παρόλα τα απρόοπτα (μα ξενοδοχείο από site και εσύ καλέ μαμά της Λυδίας, πολύ αισιόδοξη σε βρίσκω) ώρα να ετοιμάσεις το σακιδιάκι σου για νέες βόλτες.
Πάρε και τα αδερφάκια και τον μπαμπά γιατί έμειναν πίσω παραπονεμένοι και τρέξτε για διακοπές γρήγορα. "Τώρα" πες στο μπαμπά όπως ξέρεις να λες, "τώρα" που πήρες φόρα εκδρομική.
Φιλιά στα αφράτα χεράκια που είναι τόσο όμορφα και τα κυνηγάνε ακόμη και τα κουνούπια..

λόγια του αέρα said...

Λυδία,
πάρ'το απόφαση με μαμα να σου τραγουδάει Λιλιπούπολη και Rammstein θα μεγαλώσεις και δεν θα μοιάζεις με πολλά κοριτσάκια που θα βλέπεις γύρω σου. Τι τυχερή που είσαι!Για σκέψου, άλλες μεγαλώνουν με Σαρμπέλ, πώς να γλυτώσουν οι καημένες;
Μαμά της Λυδίας,
να περνάτε πάντα τόσο όμορφα!
Με πολλή πολλή αγάπη!
-κι ευχαριστούμε για το θαλασσινό Ντηνιακό αεράκι που φύσηξε ίσαμε τα μέρη μας!

Anonymous said...

...κι εμείς ευχαριστούμε πολύ για την κέκια (φρέσκια, δροσερή) διήγηση... :^)

Πάντα τέτοια εύχομαι!

Φωτούλα Τζιώντζου said...

Λυδιά χαρά μου είναι νόστιμες οι μελέκες στη Ντήνο;
Και έτσι πληροφοριακά, μπας και μου χρειαστεί, ποιές είναι οι αγαπημένες σου; Α και της Λένιας και του Γιωργή.

kwstask said...

ΤΣΑ!Εδω ειμαι κι εγω!Λυδιουλα,βλεπω απο δημοσιες σχεσεις πηγαμε καλα,ε??χι,χι,χι!Βρε συ!Τρακα στα πατατακια του Ντινου εκανες??!!Απ'οτι ειδα η πουπι το κουνουπι σε ακολουθησε κι εκει,ε?γκρρρ!παλιοπουπι!Κατα τ'αλλα περασαμε φινα,ε??μεχρι σουβλακι "χτυπησαμε"!χι,χι,χι!!Μαμα και πατερα Ναυτιλε να μου προσεχετε την αδελφουλα μου!Α!πατερα τι γινεται με το ταξακι??

Anonymous said...

Λυδία, δεν παίζεσαι.
Τρέλανε τους όλους.Εγώ είμαι μαζί σου πάντως.

Ο Έτσι.

iLiAs said...

..Λυδία τι όμορφα που περάσατε στο νησί!
Πάντα τέτοιες ευτυχισμένες στιγμές στη ζωή σου!! :)
Τις καλύτερες ευχές σε όλη σου την οικογένεια! :)

Anonymous said...

Λυδία, έτσι να περνάς καλά και να τους τρελαίνεις όλους!!
να σκορπάς χαρά δίπλα σου και αθωότητα, που εμείς ποι μεγάλοι την ψάχνουμε...
φιλάκια πολλά!!

Aurellia said...

Καλημέρα μικρούλα μου! Γύρισε το κορίτσι μου απο την εκδρομή του, γεμάτο εικόνες, ιστορίες και χρώματα. Και τι καλό κορίτσι ειναι αυτό που κορόιδεψε τη μανουλα μονο μια φορά για τον ύπνο του και μετά ήταν τύπος και υπογραμμός! Μπράβο καμάρι μου!
Καλημέρα και στη γλυκιά μανούλα σου! Να είσαι πάντα καλά μανούλα της Λυδίας και ο Θεός να σου δίνει τη δύναμη να έχεις πάντα τεράστια αποθέματα για να μπορείς, να τρέχεις, να ανησυχεις, να παρατηρεις τα πάντα,να κυνηγάς τα πούπια, να διαβάζεις τα ονόματα απο τις βάρκες, να γελάς, να γαληνεύεις τους ανέμους που φυσάνε στα λιμάνια, να τραγουδάς νανουρίσματα και να προσφέρεις την αγκαλια σου το καλύτερο καταφύγιο του κόσμου όλου! Ο Θεός να είναι πάντα μαζί σου! Καλή συνέχεια στις διακοπές!

andreas vlachos said...

Γεια σου Λυδία! Αχ, σε ζηλεύω! Να ήμουν κι εγώ παρέα! Καλά ταξίδια και αγωνιστικούς χαιρετισμούς!

Greca said...

Κοριτσακι μας... απο οσα διαβασα περασες καλα τελικα ε? ετσι μικρη μας... παντα να ειναι η ζωη σου..γεματη ομορφες στιγμες.. γεματη χαρα... καάβια και ταξιδια..αντε και πουπια... λιγα ομως απο δαυτα ναι? μαμα γραφετε παντα καταπληκτικα.. δεν το ειπα στο "σπιτικο" σου.. στο λεω εδω γλυκεια μου...φιλια στην υπολοιπη οικογενεια... ειρηνη

tk said...

Ελπίδα...
Έτσι να ονομάσεις το χάσκυ γλυκιά μου...
φιλιά, και μια αγκαλιά...